-
1 πριν
I(ῐ и ῑ) adv. прежде, раньшеἔθ΄ ὡς π. Hom. — доселе, как (и) прежде;
(ἀρχαί), ἃς ἐκεῖνος εἶχε π. Soph. — власть, которая раньше принадлежала ему;ὅ π. γενόμενος Her. — раньше появившийся, прежний;ἐν τῷ π. χρόνῳ Soph. и τὸ π. Hom., Her., Aesch., Plat. — в прежнее время, ранее;Θησεύς, τοῦ π. Αἰγέως τόκος Soph. — Тесей, сын прежде царствовавшего Эгея;π. ὥρη (sc. ἐστίν) Hom. — преждевременноIIπ. ὥρας Pind. — прежде времени;
π. τοῦ βλέψαι Sext. — прежде, чем увидетьconj. (тж. π. ἤ, π. ὅταν и др.)(с ind., conjct. с ἄν и opt.) прежде чем, пока не, доколе
οὐδέ τις ἔτλη π. πιέειν, π. λεῖψαι Κρονίωνι Hom. — и никто не посмел пить прежде, чем совершить возлияние Крониону;μέ (οὐ) πρόσθεν или μέ (οὐ) πρότερον … π. Her., Xen., Plat., Soph., Arph. — не ранее …чем, не …пока не;ἀπετράποντο ἐς τέν πόλιν π. ὑπερβαίνειν Thuc. — они вернулись в город прежде, чем вышли за (его) стены;οὐδὲ λήξει, π. ἂν ἢ κορέσῃ κέαρ Aesch. — (Зевс) не успокоится, пока не утолит (своего) гнева;π. ἴδοιμ΄ ὀρθὸν ἔπος Soph. — пока я не узнаю правды -
2 πρίν
1. επίρρ. раньше, прежде (по времени);πέντε μέρες πρίν — пять дней тому назад;
λίγα βήματα πρίν — на несколько шагов раньше;
όπως πρίν — по-прежнему, как и прежде;
πρίν τέτοια δεν συνέβαιναν — раньше этого не бывало;
2. σύνδ. (часто в сочетании с разд. союзом η или с союзом να) прежде чем, до того как, пока не;πρίν (να) φύγω θα περάσω — прежде чем уехать, я зайду (к тебе);
πρίν (η) συνέλθωμεν εκ της καταπλήξεως... — прежде чем мы опомнились от удивления...;
3. -
3 πρίν
{нареч., 14}Ссылки: Мф. 1:18; 26:34, 75; Мк. 14:30, 72; Лк. 2:26; 22:34, 61; Ин. 4:49; 8:58; 14:29; Деян. 2:20; 7:2; 25:16.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > πρίν
-
4 πρίν
{нареч., 14}Ссылки: Мф. 1:18; 26:34, 75; Мк. 14:30, 72; Лк. 2:26; 22:34, 61; Ин. 4:49; 8:58; 14:29; Деян. 2:20; 7:2; 25:16.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > πρίν
-
5 Πρὶν
ПреждеπρὶνΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > Πρὶν
-
6 πρὶν
преждеΠρὶνΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > πρὶν
-
7 πρίν
прежде (нежели), раньше.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > πρίν
-
8 πρίν
-
9 πριν
[прин] εκίρ. раньше, преждеΛεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > πριν
-
10 πριν
[прин] επίρ раньше, прежде. -
11 Πριν δώσεις μια υπόσχεση, σκέψου καλά και κρίνε, μα σαν τη δώσεις, ύστερα πιστός για πάντα μείνε
Πριν δώσεις μια υπόσχεση, σκέψου καλά και κρίνε, μα σαν τη δώσεις, ύστερα πιστός για πάντα μείνε– Σαν το λες και δεν το κάνεις, την υπόληψή σου χάνεις• Не дал слова – крепись, а дал слово – держись• Слово давать, так слово держатьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Πριν δώσεις μια υπόσχεση, σκέψου καλά και κρίνε, μα σαν τη δώσεις, ύστερα πιστός για πάντα μείνε
-
12 Πριν μιλήσεις, βούτα τη γλώσσα σου στο μυαλό σου
– Όποιος πολλά λαλεί, πολλά σφάλλει– Πριν μιλήσεις, βούτα τη γλώσσα σου στο μυαλό σου• Язык мой – враг мой, прежде ума моего бежитИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Πριν μιλήσεις, βούτα τη γλώσσα σου στο μυαλό σου
-
13 Σκέψου, πριν ενεργήσεις, κοίταξε, πριν πηδήσεις
Όποιος τα ύστερα μετρά πριχού κοντά σιμώνει, αυτός δεν ημπορεί ποτέ να στερνομετανιώνει– Σκέψου, πριν ενεργήσεις, κοίταξε, πριν πηδήσεις• Не зная броду, не суйся в водуИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Σκέψου, πριν ενεργήσεις, κοίταξε, πριν πηδήσεις
-
14 Όποιος έχει νου και γνώση, πριν πεινάσει θα ζυμώσει
– Άναβε το λυχνάρι σου προτού σε πιάσει η νύχτα– Αν δε θέλεις να πεινάς, τη δουλειά να μην ξεχνάς– Μην περιμένεις να διψάσεις για να φέρεις νερό– Όποιος έχει νου και γνώση, πριν πεινάσει θα ζυμώσει– Σήκωσε τα μπατζάκια σου προτού δεις το ποτάμι• Готовь сани летом, а телегу зимойИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Όποιος έχει νου και γνώση, πριν πεινάσει θα ζυμώσει
-
15 Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν
– Άναβε το λυχνάρι σου προτού σε πιάσει η νύχτα– Αν δε θέλεις να πεινάς, τη δουλειά να μην ξεχνάς– Μην περιμένεις να διψάσεις για να φέρεις νερό– Όποιος έχει νου και γνώση, πριν πεινάσει θα ζυμώσει– Σήκωσε τα μπατζάκια σου προτού δεις το ποτάμι• Готовь сани летом, а телегу зимойИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν
-
16 Των φρονίμων τα παιδιά, πρίν πεινάσουν μαγειρεύουν
• Послушные дети готовят до того, как проголодаютсяИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Των φρονίμων τα παιδιά, πρίν πεινάσουν μαγειρεύουν
-
17 καλαρχινώ:
πρίν καλαρχινήσω — я не успел ещё. начать, я только начал было
-
18 Σαν το λες και δεν το κάνεις, την υπόληψή σου χάνεις
Πριν δώσεις μια υπόσχεση, σκέψου καλά και κρίνε, μα σαν τη δώσεις, ύστερα πιστός για πάντα μείνε– Σαν το λες και δεν το κάνεις, την υπόληψή σου χάνεις• Не дал слова – крепись, а дал слово – держись• Слово давать, так слово держатьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Σαν το λες και δεν το κάνεις, την υπόληψή σου χάνεις
-
19 ή
ж. р. от όςή2/21. σόνδ.1) (разделительный) или, либо; εγώ η εσύ я или ты; ναί η όχι (или) да или нет; ή... ή... или... или..., либо... либо...; 2) книжн, (сравнительный) чем; нежели; προτιμότερος ο θάνατος η η δουλεία лучше смерть, чем рабство; 3) (в сочетании с союзом πρίν) до того как; πρίν η ελθεις до твоего приезда; πρίν η φύγουμε до нашего отъезда; 2. μόριο что ли, разве; τί κάνεις εκεί; η ζεσταίνεσαι; что ты там делаешь, греешься что ли? -
20 πρινη
См. также в других словарях:
πρίν — before indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πριν — ΝΜΑ, πρι Ν, δωρ. τ. πράν και, μόνον μία φορά, πρείν Α 1. (ως επίρρ. με χρον. σημ.) α) σε προγενέστερο χρόνο, σε χρόνο προηγούμενο ορισμένου γεγονότος ή περιστατικού, το οποίο είτε συνέβη είτε πρόκειται να συμβεί, προηγουμένως, πρωτύτερα (α. «δεν… … Dictionary of Greek
πριν — 1. επίρρ. χρον., προηγουμένως: Δεν άκουσα τι είπατε πριν. 2. χρον. σύνδ., προτού: Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. 3. ως πρόθ. μαζί με το από: Πριν από τον τελευταίο πόλεμο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Πρὶν ἰχθοὺς λαβεῖν, ἁλμὴν κυκᾷς. — См. В мутной воде рыбу ловить … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μήτε δίκην δικάσῃς, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς. — μήτε δίκην δικάσῃς, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς. См. Не спеши карать, спеши выслушать … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μὴ ἄρχε, πρὶν ἄρχεσθαι μάθης. — См. Кто не умеет повиноваться, тот не умеет повелевать … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μὴ πρότερον εἰς βουλὴν παρέλθῃς, πρὶν ἂν κληθείης. — См. На совет чужой не ходи; пока позовут, подожди … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek